Σήμερα η κηδεία του ηρωικού καταδρομέα Νίκου Καβροχωριανου
Στη Μονή Μαλεβιζίου θα γίνει ο ενταφιασμός τους, έπειτα από 42 ολόκληρα χρόνια. Στην εκδήλωση θα παραβρεθεί ο Ανώτερος Διοικητής Φρουράς Ηρακλείου Ταξίαρχος Γεώργιος Μπουζάκης, εκπρόσωποι των πολιτικών, των θρησκευτικών και στρατιωτικών Αρχών
Μετά από δεκαετίες...
Έχουν περάσει κιόλας 42 ολόκληρα χρόνια μετά τον άδικο χαμό του στην πτήση θανάτου από τη Σούδα προς τη Λευκωσία τον Ιούλιο του 1974 κατά την τουρκική εισβολή. Είναι η δεύτερη φορά, όπως αναφέρει η neakriti.gr, που θα τελεστεί η κηδεία του. Το πρώτο "τελευταίο αντίο" ειπώθηκε πέντε χρόνια μετά το 1979, για να αποκαλυφτεί ωστόσο 26 χρόνια αργότερα και μέσω εξέτασης DNA πως τα οστά που ενταφιάστηκαν στο χωριό του, τη Μονή Μαλεβιζίου, δεν ανήκαν στον ίδιο.
Ήταν ένας από τους κομάντο της ηρωικής Α' Μοίρας του Μάλεμε που χάθηκε τόσο τραγικά και άδικα όταν το αεροσκάφος Noratlas "Νίκη 4" συνετρίβη λίγο πριν προσγειωθεί στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας, καθώς εκλήφθηκε ως τουρκικό και χτυπήθηκε κατά λάθος από τα κυπριακά αντιαεροπορικά πυρά. Κατά τραγική ειρωνεία ο λοχίας Νίκος Καβροχωριανός είχε πάρει μετάθεση στο λόχο μόλις μία εβδομάδα πριν από τα τραγικά γεγονότα στην Κύπρο.
Νικόλαος Καβροχωριανός, Ανθυπασπιστής Καταδρομέας -Κύπρος 1974
Ο Νίκος Καβροχωριανός γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου 1953. Ήταν γιος του Γεωργίου και της Μαρίας και ήταν δίδυμος με την αδερφή του Βάλια. Τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια τα έζησε μέσα στην αγάπη και τη ζεστασιά της οικογένειάς του. Με δυο γονείς που προστάτευαν και αγαπούσαν τα τέσσερα παιδιά τους και ανάμεσα σε δυο αδερφές και ένα αδερφό.
Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Μονής. Όταν αποφοίτησε από το δημοτικό, δεν συνέχισε το σχολείο, καθώς παρά την εξυπνάδα του δεν του άρεσαν τα γράμματα. Σε όλους τους χωριανούς ήταν γνωστός με το παρατσούκλι «ψαράς», ήταν το παρατσούκλι που του είχε δώσει ο πατέρας του όταν ήταν στην ηλικία 3-4 χρονών , καθώς μιμούνταν τον ψαρά και έτρεχε στην αυλή και στα σοκάκια και φώναζε « ψάγια ! , καλά ψάγια !». Ήταν ένα έξυπνο και πολύ εργατικό παιδί.
Ο πατέρας του καμάρωνε για την εργατικότητα του και την αγάπη που είχε για τη δουλεία. Χαρακτηριστικά, όταν αναφερόταν στο Νίκο, απευθυνόμενος στα άλλα του παιδιά έλεγε: « όλοι σας να πεινάσετε , στο σπίτι του Νίκου θα ξεπεινάσετε ». Ο Νίκος από μικρός έκανε μεροκάματα και με δικά του χρήματα είχε αγοράσει ένα λιόφυτο, πριν καταταγεί στο στρατό . Ήταν πρόθυμος να βοηθήσει συγγενείς, χωριανούς και φίλους, αντιμετωπίζοντας τους με χιουμοριστική διάθεση. Ήταν πειραχτήρι.
Τον Ιανουάριο του 1973 παρουσιάστηκε στο στρατό, στο Μεγάλο Πεύκο. Εκπαιδεύτηκε στη Ρεντίνα , στη Βέροια και στο Μάλεμε ως λοχίας αλεξιπτωτιστής. Είκοσι μέρες πριν την επιστράτευση μετατέθηκε στο Ηράκλειο. Ερχόμενος από τα Χανιά, το ρέο , στο οποίο επέβαινε ντεραπάρισε και όλη η ομάδα μεταφέρθηκε στο Βενιζέλειο.
Ο Νίκος δεν τραυματίστηκε αλλά με περίσσεια φροντίδα και υπευθυνότητα στάθηκε δίπλα στους τραυματισμένους στρατιώτες. Γεγονός που έκανε μεγάλη εντύπωση στο λοχαγό Γιαννούση ο οποίος τον συνάντησε στο νοσοκομείο και κατόπιν επεσήμανε στην αδερφή του Βάλια την υπευθυνότητα και το ήθος του. Επιθυμία του Νίκου ήταν να παραμείνει στο στρατό ως μόνιμος , αλλά όπως είπε χαρακτηριστικά στην οικογένειά του « θα ήμουν μια ζωή καραβανάς».
Γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να ανέλθει στα ανώτερα κλιμάκια του στρατού, καθώς ήταν απόφοιτος δημοτικού. Στις 17 Ιουλίου ακυρώθηκε η προγραμματισμένη πτώση του με αλεξίπτωτο στο Τυμπάκι. Ο Νίκος είχε συνδέσει το γεγονός αυτό με τα γεγονότα στην Κύπρο και φοβόταν επεισόδιο στην Κύπρο.
Όταν το Σάββατο 20 Ιουλίου έγινε η επιστράτευση συνάντησε τους γονείς του και την αδερφή του Πόπη και προσπάθησε αποχαιρετώντας τους να τους δώσει θάρρος και να τους καθησυχάσει Η Πόπη έβγαλε το σταυρό από το λαιμό της και μη μπορώντας να του τον κρεμάσει τον έβαλε στην τσέπη του.
Το βράδυ της 21ης Ιουλίου-ξημερώματα της 22ας Ιουλίου στις 2.30 τα μεσάνυχτα η δίδυμη αδελφή του Βάλια ξύπνησε φωνάζοντας το όνομά του από έναν εφιάλτη, την εικόνα μιας τεράστιας φλόγας που συνοδεύονταν από ένα εκκωφαντικό θόρυβο. Η είδηση του τραγικού θανάτου του έφερε απέραντη θλίψη και πόνο τόσο στην οικογένειά του όσο και σε όλο το χωριό. Εννέα χρόνια μετά τον θάνατό του απεβίωσε η μάνα του, μη μπορώντας ποτέ να ξεπεράσει το χαμό του γιου της. Δεκαέξι χρόνια μετά έφυγε και ο πατέρας του για να συναντήσει επιτέλους το Νίκο του. Τον Οκτώβρη του 1979 τα οστά του Νίκου μεταφέρθηκαν στην Κρήτη και έγινε ο ενταφιασμός στον οικογενειακό τάφο, χωρίς ωστόσο να έχει βρεθεί κανένα προσωπικό αντικείμενο του Νίκου. Το 2005 έγινε ταυτοποίηση των οστών του με εκείνα του πατέρα του , γεγονός που κατέδειξε ότι τα οστά που είχαν ταφεί στον οικογενειακό τάφο δεν ήταν δικά του. Ένα τμήμα των οστών του και ο σταυρός της αδερφής του βρέθηκαν στη Θεσπρωτία και ο υπόλοιπος σκελετός σε διαφορετική περιoχή .