Σε κίνδυνο η αμπελίτσα, το πανάρχαιο ενδημικό δέντρο της Κρήτης
Η αμπελιτσιά ή “ανέγνωρο”, που υπάρχει μονάχα στην Κρήτη και πουθενά αλλού στον πλανήτη, ιδιαιτερότητα που τη διατηρεί ως αποκλειστική στην πανίδα του νησιού μας, ως το μόνο ενδημικό δέντρο της Κρήτης, αποτελεί και εμβληματικό είδος για το νησί μας τόσο λόγο της σημασίας του, όσο και της σχέσης του με τις παραδοσιακές κατσούνες, αφού κάποτε οι βοσκοί επέλεγαν τα ευλύγιστα και ανθεκτικά κλαδιά του για να τις κατασκευάσουν. Όχι πλέον όμως, καθώς η αμπελιτσιά βρίσκεται και αυτή σε κίνδυνο.
Η υπερβόσκηση, το ποδοπάτημα των νεαρών φυτών από τα ζώα, η διάβρωση του εδάφους, η διάνοιξη αγροτικών δρόμων και οι δασικές πυρκαγιές ασκούν αφόρητες πιέσεις στο δέντρο, που φύεται σε μεγάλα υψόμετρα πάνω από τα 800 μέτρα σε όλα τα βουνά της Κρήτης και κυρίως τα Λευκά Όρη.
Λόγω ακριβώς των ανθρωπογενών αυτών δράσεων, η αμπελιτσιά έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό το χαρακτήρα του δέντρου και έχει μετατραπεί σε θάμνο, με αποτέλεσμα τα μεγάλα δέντρα αμπελιτσιάς να είναι σπάνια. Συν τοις άλλοις, μια επιπλέον αιτία για τη μείωση του αριθμού των μεγάλων δέντρων είναι η εμπορευματοποίηση της κρητικής κατσούνας, που οδήγησε στη λήψη μέτρων.
Για το λόγο αυτό, η Zelkova abelicea, όπως είναι το επιστημονικό όνομά της, προστατεύεται από διεθνείς κανονισμούς και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ενώ βρίσκεται στο επίκεντρο ενός μεγάλου έργου το οποίο εκπονεί το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων, το ΜΑΙΧ, στα πλαίσια του διεθνούς προγράμματος του Πανεπιστημίου Φρίμπουργκ της Ελβετίας για τη διατήρηση των έξι εκπροσώπων της οικογένειας Zelkova σε ολόκληρο τον πλανήτη, δύο από τους οποίους στην Ευρώπη, το ένα στην Κρήτη και ένα άλλο συγγενές στη Σικελία της Ιταλίας.
Η αμπελιτσιά ανήκει στα λεγόμενα “υπολειμματικά είδη” της Τριτογενούς γεωλογικής περιόδου (66 έως 6,3 εκατομμύρια χρόνια πριν), δηλαδή αποτελεί απόγονο των ειδών που ήταν ευρέως εξαπλωμένα πριν από εκατομμύρια χρόνια, όμως μετά τις τεράστιες γεωλογικές και κλιματολογικές αλλαγές που συντελέστηκαν, πολλά από τα είδη αυτά εξαφανίστηκαν.
Ειδικά για το γένος Zelkova οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι ήταν ευρέως διαδεδομένο σε όλο το βόρειο ημισφαίριο. Οι απόγονοί τους, που κατάφεραν να προσαρμοστούν και να επιβιώσουν σε περιορισμένες γεωγραφικές ενότητες, μαρτυρούν σήμερα πολλές πληροφορίες για τη βιογεωγραφία και την εξέλιξη των ειδών, γεγονός που καθιστά για έναν επιπλέον λόγο την αμπελιτσιά σημαντική.
Το γεγονός ότι το ενδημικό αυτό δέντρο αποτελεί έναν από τους παλαιότερους “κατοίκους” του νησιού μας αποδεικνύουν και απολιθώματα από φύλλα που έχουν εντοπιστεί στην περιοχή της Μακρυλιάς στην ανατολική Κρήτη, ηλικίας 8 περίπου εκατομμυρίων ετών, ανήκουν δηλαδή στον αρχέγονο πρόγονο. Σήμερα η αμπελιτσιά φύεται σε όλα τα βουνά της Κρήτης, αλλά κυρίως στα Λευκά Όρη, όπου έχει καταγραφεί το 80% των πληθυσμών, όπως σε Ομαλό, Ποριά, Θέρισο, Ζούρβα, οροπέδιο Νιάτου, Ίμβρο και Ελυγιά. Όπως μας ενημέρωσαν από το ΜΑΙΧ, σε μικρότερους πληθυσμούς το είδος απαντάται στο δάσος του Ρούβα, στον Ψηλορείτη, στον Κέδρο, πάνω από το Γερακάρι και το Άνω Μέρος, στη νότια πλευρά της Δίκτης, στον Ομαλό Βιάννου και στην Πρωτολιτσά, κοντά στο Οροπέδιο του Καθαρού και στα όρη της Θρυπτής.
Μέχρι σήμερα έχει βρεθεί σε υψόμετρα από 800 περίπου μέτρα έως τα 1.800 μ. και συνήθως απαντάται σε μικρούς, κατακερματισμένους πληθυσμούς, μαζί με σφενδάμια, πρίνους και πιο σπάνια κυπαρίσσια. Επίσης συχνότερα εντοπίζεται σε πλαγιές με βόρεια έκθεση, γύρω από δολίνες, στην κοίτη εποχικών ρεμάτων νερού.
Οι επιστήμονες, από τα στοιχεία που έχουν συλλέξει στα πλαίσια του προγράμματος για τη διατήρηση της αμπελιτσιάς στην Κρήτη από το 2014, εκτιμούν ότι στα Λευκά Όρη, όπου βρίσκεται ο μεγαλύτερος πληθυσμός, υπάρχουν περίπου 16.000 ώριμα αναπαραγωγικά δέντρα, σε σύνολο 20.000 ολόκληρης της Κρήτης. Με δεδομένο όμως ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων η αμπελιτσιά δεν προλαβαίνει να γίνει δέντρο για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων και η βόσκηση, εκτιμάται ότι σε μορφή θάμνου, σε ύψος έως 1,5 μέτρο, υπάρχουν πάνω από 300.000 αμπελιτσιές στο νησί μας.
Το πρόγραμμα ΜΑΙΧ-Πανεπιστημίου Fribourg
Η αμπελιστιά βρίσκεται στη λίστα με τα περίπου 2.500 φυτικά είδη που θεωρούνται «κινδυνεύοντα» με εξαφάνιση με βάση το Διεθνή Οργανισμό για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN, 2012). Λόγω της σπανιότητάς της, προστατεύεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία (Οδηγία για Οικοτόπους 92/43), την εθνική νομοθεσία (Προεδρικό Διάταγμα 67/81) και από διεθνείς συνθήκες, όπως αυτή της Βέρνης.
Το διεθνές πρόγραμμα για την έρευνα και την προστασία του είδους, το οποίο “τρέχει” το ΜΑΙΧ, χρηματοδοτείται από το Πανεπιστήμιο Fribourg της Ελβετίας και βρίσκεται στη δεύτερη φάση του, η οποία και θα ολοκληρωθεί το Δεκέμβριο του 2020. Εκτός από το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων, που αποτελεί τον υπεύθυνο φορέα υλοποίησης των δράσεων στην Κρήτη, σε συνεργασία με τις κατά τόπους Διευθύνσεις Δασών της Κρήτης και το Ελβετικό Πανεπιστήμιο Fribourg, άλλοι συνεργαζόμενοι φορείς είναι το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Fribourg, το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων και Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων (Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός “Δήμητρα”), το Τμήμα Βιολογίας και Βοτανικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Δήμος Πλατανιά Χανίων.
neakriti.gr